στρατοπεδεύω

στρατοπεδεύω
ΝΜΑ [στρατόπεδο(ν)]
καταλύω, εγκαθίσταμαι σε στρατόπεδο (α. «η μονάδα στρατοπέδευσε στους γειτονικούς λόφους» β. «ὑπαίθριοι δ' ἔξω ἐστρατοπεδεύετε», Ξεν.)
αρχ.
1. σταθμεύω προσωρινά σε έναν τόπο
2. μέσ. στρατοπεδεύομαι
α) (για στόλο) παραμένω σε λιμάνι, είμαι αγκυροβολημένος, ναυλοχώ
β) μτφ. καταβάλλομαι («ὑπὸ τοιούτου φρονήματος στρατοπεδευθείς», Βασ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • στρατοπεδεύω — στρατοπεδεύω, στρατοπέδευσα, στρατοπεδευμένος βλ. πίν. 19 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • στρατοπεδεύω — στρατοπέδευσα, στρατοπεδευμένος, μένω σε στρατόπεδο: Στρατοπέδευσαν σε κατάλληλο τόπο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • στρατοπεδεύετε — στρατοπεδεύω encamp pres imperat act 2nd pl στρατοπεδεύω encamp pres ind act 2nd pl στρατοπεδεύω encamp imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευομένων — στρατοπεδεύω encamp pres part mp fem gen pl στρατοπεδεύω encamp pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευσαμένων — στρατοπεδεύω encamp aor part mid fem gen pl στρατοπεδεύω encamp aor part mid masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευσάντων — στρατοπεδεύω encamp aor part act masc/neut gen pl στρατοπεδεύω encamp aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευόμεθα — στρατοπεδεύω encamp pres ind mp 1st pl στρατοπεδεύω encamp imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευόμενον — στρατοπεδεύω encamp pres part mp masc acc sg στρατοπεδεύω encamp pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδευόντων — στρατοπεδεύω encamp pres part act masc/neut gen pl στρατοπεδεύω encamp pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατοπεδεύει — στρατοπεδεύω encamp pres ind mp 2nd sg στρατοπεδεύω encamp pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”